Obsessed, bewildered by the shipwreck of the singular, we have chosen the meaning of being numerous (George Oppen)
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 21, 2006
An Old Fashioned Christmas
Μου φαίνεται ότι τα τελευταία μου ποστ «έβγαζαν» περισσότερη προσωπική μελαγχολία από αυτή που επιτρέπω συνήθως στον εαυτό μου να εκφράζει, σαν να «εκβίαζαν» συναισθήματα _αλλά, ειλικρινά (και δυστυχώς) προέκυψαν αβίαστα, σαν ανάσες.
Καιρός όμως να μπούμε στο γιορτινό κλίμα, αυτό το «τυπικό», το «κιτς», το «εμπορευματοποιημένο», το «υποκριτικό» και όπως αλλιώς μας αρέσει να το χαρακτηρίζουμε –συμφωνώ με όλα– ξεχνώντας ωστόσο ότι η διαχρονική ανθρώπινη ανάγκη για απλή πρωτογενή χαρά, για «ξέδομα», για ξεπέρασμα των ορίων και προπάντων για «σμίξιμο» εξακολουθεί να περνάει και από αυτά τα παραδοσιακά κανάλια.
Να καταθέσω λοιπόν κι εγώ απολογισμούς, δώρα και ευχές, ως είθισται από το τυπικό των ημερών: αντί απολογισμών συγγνώμες για τυχόν ηλεκτρονικές παρεξηγήσεις που ενδεχομένως προκλήθηκαν, αν δεν είναι ιδέα μου, και ευχαριστίες για την υπέροχη παρέα που είχα αυτούς τους λίγους μήνες που επιδόθηκα στο παράξενο σπορ του μπλόγκινγκ· αντί δώρων άφθονα χαμόγελα, φιλιά και αγκαλιές (ηλεκτρονικά επίσης, πώς αλλιώς)· και ευχές για προσωπική διαχείριση: εύχομαι ολόψυχα στον καθένα ό,τι θα ΄θελε να του ευχηθούν, ό,τι θα ΄θελε να του συμβεί, ό,τι θα ΄θελε να αποκτήσει (κι επίσης καλά ταξίδια σε όσους ταξιδεύουν)…
…και να πηγαίνω σιγά σιγά να ετοιμαστώ για τη χριστουγεννιάτικη άδειά μου. Ίσως προλάβουμε να τα ξαναπούμε, ίσως ξαναβρεθούμε αφού έχουμε ξεφαντώσει, πιει και χορέψει, κλάψει, διακηρύξει τις ολοκαίνουργιες meant to be never carried out αποφάσεις μας, σε έναν καινούργιο χρόνο όπου τίποτα δεν (θα) έχει αλλάξει, τίποτε δεν (θα) είναι όπως παλιά.
Σας φιλώ!
Κι επειδή, ο αμετανόητος προβοκάτορας παιγνιώδης δεύτερος εαυτός μου διεκδικεί τα αναφαίρετα δικαιώματά του επί του «σοβαρού» (ή σοβαροφανούς) πρώτου, ας το πω κι έτσι:
Meet you soon in the same cartoon!!!
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 18, 2006
The Little Match-Seller
Νομίζω ότι απόκτησα αυτό που αυτάρεσκα και άκριτα ονομάζουμε "αριστερή συνείδηση" πριν ακόμη ο πατέρας μου μού μιλήσει για ένα κομμάτι της ζωής του και πάντως πολύ πριν εντρυφήσω (όπως-όπως, καθώς οι περισσότεροι της γενιάς μου) στη μαρξιστική βιβλιογραφία. Συγκλονισμένη και γεμάτη οργή, στα εφτά μου, αποφάσισα ότι ο κόσμος αυτός πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξει, όταν πρωτοδιάβασα στα "Παραμύθια του Άντερσεν", από τις εκδόσεις ΑΣΤΗΡ, την ιστορία του κοριτσιού με τα σπίρτα, που πέθανε ολομόναχο από την πείνα και από το κρύο μπροστά στα μάτια χορτασμένων και καλοπερασμένων ανθρώπων που γιόρταζαν τη γέννηση κάποιου πανάγαθου τύπου που τον λέγανε Χριστό _με μοναδική συντροφιά του τις παραισθητικές εικόνες μιας ζεστής εστίας και το παραπλανητικό όραμα ενός επουράνιου παραδείσου, όπου θα συναντούσε τη χαμένη μαμά του.
Έτσι, χάρη στο παραμύθι των παιδικών μου χρόνων πέρασα στο παραμύθι της νιότης μου (και, φευ, μέρους της ενήλικης ζωής μου), ενός τόπου όπου τα παιδιά δεν πέθαιναν από κρύο και από πείνα, αλλά ζούσαν και μορφώνονταν ευτυχισμένα σε έναν (αν όχι έτοιμο, υπό οικοδόμηση τουλάχιστον) επίγειο παράδεισο. Για την ακρίβεια, το ότι το «υπαρκτό» παραμύθι μεταβλήθηκε σε μια εφιαλτική πραγματικότητα για τον συγκεκριμένο τόπο το αντιλήφθηκα σχετικά νωρίς, διατηρώντας ωστόσο την αισιοδοξία μου για το μέλλον, αλλά το ότι το «όμορφο» πολιτικό παραμύθι ήταν και θα παραμείνει τελεσίδικα μια παγκόσμια ου-τοπία άργησα αρκετά να το αποδεχτώ.
Τελικά, ξαναγύρισα στο αφετηριακό παραμύθι του Άντερσεν, και γράφοντας στα παλιά μου τα παπούτσια τη ξύλινη ρητορεία περί υπεροχής των συλλογικών αγώνων και των πολιτικών στόχων έναντι της ατομικής δράσης, καθώς και τις politically correct αναλύσεις για τις βλαβερές συνέπειες της δοτικότητας σε ό,τι χαρακτηρίζεται συλλήβδην ως επαιτεία, σωρεύω στην τσάντα μου όσα πακέτα χαρτομάντιλα μου προσφέρονται από παιδικά χεράκια. Προσπαθώ να συνοδεύω τον πενιχρό έτσι κι αλλιώς οβολό μου με μια-δυο κουβέντες, έχοντας πλήρη συναίσθηση ότι πιθανότατα απευθύνονται σε αφτιά ελάχιστα εκπαιδευμένα στη δική μου "εκλεπτυσμένη" γλώσσα. Και λέω στον απλοϊκό εαυτό μου ότι αν τύχει και "πεθάνει" _με οποιοδήποτε τρόπο_ απόψε αυτή η ψυχούλα, ίσως και να τη συνοδέψει κάτι ελάχιστα λιγότερο από την αυτάρεσκη σιωπή των πολιτικά επαϊόντων· επίσης, έτσι έχω πάντα χαρτομάντιλα διαθέσιμα για την περίπτωση που ο κόμπος στον λαιμό μετατραπεί σε κάτι πιο υγρό και πιο εμφανές.
Σάββατο, Δεκεμβρίου 16, 2006
Fish and Bird
Δεν θα λέγατε ότι είναι εντελώς ισορροπημένο ένα άτομο που ακούει Tom Waits καθισμένο σ’ ένα παγκάκι μέσα στη συνεχιζόμενη έκπαγλη λιακάδα της χριστουγεννιάτικης Αθήνας.
Κι όμως, έχω εκπαιδευτεί να ισορροπώ θαυμάσια ανάμεσα σε δύο κόσμους, και σε τρεις και σε τέσσερις μη σας πω…
They bought a round for the sailor
And they heard his tale
Of a world that was so far away
And a song that we'd never heard
A song of a little bird
That fell in love with a whale
He said: you cannot live in the ocean
And she said to him:
You never can live in the sky
But the ocean is filled with tears
And the sea turns into a mirror
There's a whale in the moon when it's clear
And a bird on the tide
Oh, please don't cry
Let me dry your eyes
So tell me that you will wait for me
Hold me in your arms
I promise we never will part
I'll never sail back to the time
But I'll always pretend you're mine
Though I know we both must part
You can live in my heart.
Παρασκευή, Δεκεμβρίου 15, 2006
Η αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού
Καλημέρες. Ηλιόλουστες.
Πριν από μερικά χρόνια θα γινόμουν έξαλλη αν μια μέρα του Δεκέμβρη, κοντά μάλιστα στα Χριστούγεννα, διάλεγε μια τόσο παραπλανητική και ανοίκεια μεταμφίεση σαν τη σημερινή. Από τότε που πέθανε η μαμά μου, η οποία λαχταρούσε τόσο πολύ το φως και τη θαλπωρή του ήλιου μέσα στον γκρίζο νοσοκομειακό θάλαμο –πιο πολύ και από το οξυγόνο που της έλειπε, ένας ιδιόμορφος φωτοτροπισμός με κάνει να στρέφομαι ολόκληρη προς τον ηλιόλουστο ουρανό. Ίσως γιατί δεν μπόρεσα να ικανοποιήσω το αίτημά της να την βγάλω «μία ακόμη φορά» στην ήλιο, ίσως γιατί βαθιά μέσα μου έχει αρχίσει να ηχεί υπόκωφα η μουσική του countdown.
Εξάλλου το σκοτάδι μπορούμε να το δημιουργήσουμε ανά πάσα στιγμή και μόνοι μας, ενώ ο ήλιος δεν «ανάβει» με το πάτημα κάποιου διακόπτη.
Καλημέρες. Ηλιόλουστες.
(ο τίτλος είναι ελαφρώς άσχετος, αλλά μου αρέσει πολύ –την ταινία δεν την έχω δει).
Τετάρτη, Δεκεμβρίου 13, 2006
"You talkin' to me?"
Αν δεν το μοιραστώ, θα σκάσω: το ειλικρινέστερο, περιεκτικότερο και πιο αποστομωτικό κοινωνικό σχόλιο που έχω ακούσει ever (εκ στόματος thirtysomething νεοέλληνα _το «νεοέλληνας» ως περιγραφικό επίθετο_ ταξιτζή) για την πιθανώς γνωστή (εγώ έχω πάνω από μία βδομάδα να δω τηλεόραση) υπόθεση του «βιαστή της Νίκαιας»:
«Αγοράκια, ρε αλήτη; Αν γουστάρεις να βιάσεις, βίασε σωστά. Τόσα κοριτσάκια κυκλοφορούν με την κοιλίτσα έξω!»
Το ΄λεγε σοβαρά. Αλήθεια. Και με αποτελείωσε συμπληρώνοντας: “Εσείς φαίνεστε σοβαρή γυναίκα. Πείτε μου, καλά δε λέω;”
«Αγοράκια, ρε αλήτη; Αν γουστάρεις να βιάσεις, βίασε σωστά. Τόσα κοριτσάκια κυκλοφορούν με την κοιλίτσα έξω!»
Το ΄λεγε σοβαρά. Αλήθεια. Και με αποτελείωσε συμπληρώνοντας: “Εσείς φαίνεστε σοβαρή γυναίκα. Πείτε μου, καλά δε λέω;”
Τρίτη, Δεκεμβρίου 12, 2006
Αντί σχολίου
The open sea by Montague Dawson
..."'Ανεμοι πάρτε μας μακριά σ΄ ορίζοντες αστραφτερούς, πνίχτε και κάφτε τους θεούς, μας φτάνει εμάς η θάλασσα"...
Σήμερα το πρωί έπεσα πάνω σε ένα mp3 με τη Μπαλάντα των πειρατών , του Μπέρτολτ Μπρεχτ, από τό "Η Μαρία Φαραντούρη τραγουδάει Μπρεχτ". Είχα πολλά χρόνια να τ' ακούσω αυτό το τραγούδι και είχα ξεχάσει πόσο με γοήτευε, στον καιρό του.
Δεν θα το έκανα ποστ, δεν έχω καν δυνατότητα να το "ανεβάσω" μουσικά και να το μοιραστώ. Θα το έκανα όμως (ελαφρώς άσχετα, δεν πειράζει) σχόλιο, αν σήμερα ο Blogger δεν είχε αμολήσει τα σκυλιά να φυλάνε τα blogs.
Αντί σχολίου, λοιπόν...
Αντί ενθυμήματος...
Τώρα που έχω μάθει να "ανεβάζω" μουσικές, το μπλογκ στο οποίο σκόπευα να αφιερώσω το τραγούδι είναι μόνο μια ανάμνηση και ο οικοδεσπότης του είναι περισσότερο από βέβαιο ότι δεν πρόκειται να το δει και να το ακούσει ποτέ. Ωστόσο, εγώ, επειδή κατά λάθος ξαναπέρασα από αυτό το ποστ, και επειδή είμαι επιρρεπής στη νοσταλγία, είπα να συμπληρώσω αυτό που άφησα μισό τότε... Just for the sake of the good old days!
(23 Απριλίου 2007)
Η μπαλάντα των πει... |
Σάββατο, Δεκεμβρίου 09, 2006
Το πορτρέτο μιας hopeless looser
Ένα από τα γκλαμουράτα κοσμηματοπωλεία στη Βουκουρεστίου, μεταξύ Σταδίου και Πανεπιστημίου, έχει μια πολύ καλαίσθητη βιτρίνα. Η πολυτελής πραμάτεια του εκτίθεται λιτά πάνω σε προσομοίωση παγωμένου χιονιού, όπου μερικές πανέμορφες λούτρινες πολικές αρκούδες σε μέγεθος κουταβιών, με λαμπυρίζον βλέμμα, με πολύ φυσικές πόζες και καποιες με φιλικές κινήσεις του κεφαλιού, έχουν αναλάβει εν μέρει τον ρόλο των μοντέλων.
Η στάση μπροστά στη βιτρίνα έγινε με αφορμή τη χαλαρή αναζήτηση ενός ρολογιού, μιας και το παμπάλαιο δικό μου εξεμέτρησε πλέον το ζην. Στην ερώτηση τι θα ήθελα να μου αγοράσουν απ’ όσα έβλεπα εκεί, απάντησα απνευστί:
«Την αρκουδίτσα στο βάθος –αυτή που κοιμάται. Είναι υπέροχη!»
Τετάρτη, Δεκεμβρίου 06, 2006
The Blessed Dove
Αυτό θα ‘θελα να είμαι σήμερα: ένα περιστέρι αφημένο στη θαλπωρή του φθινοπωρινού ήλιου, που γεμίζει τα στερεοσκοπικά μάτια του με χρώμα θαλασσινό· χωρίς τη δυνατότητα να μετρήσει τον χρόνο, χωρίς τον εκλεπτυσμένο εγκέφαλο που χρησιμοποιεί σαδιστικά τη φυσική εξέλιξη για να επεξεργάζεται υπαρξιακά βασανιστήρια, χωρίς ανάγκες άλλες πέρα από την τροφή που του παρέχει άκοπα (και αναίμακτα) η φύση. Ένα ευλογημένο ον.
ΥΓ. Μου βγήκε πολύ κουλτουριάρικο, όμως. Εγώ απλά ήθελα να πω ότι, ερχόμενη στη δουλειά υπό το φως του υπέροχου σημερινού ήλιου, φώναζα μέσα μου (και παραλίγο outloud) «ε-ε-εκδρομή».
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 04, 2006
Η άσκοπη δήλωση της μέρας
Δεν συναντά κανείς κάθε μέρα πραγματικούς ποιητές, αν δεν κυκλοφορεί ανάμεσα στο σινάφι τους. Τον έναν τον γνώρισα εδώ ως ποιητή με τη γενικότερη έννοια, πριν αποκαλυφθεί ότι γράφει και μεταφράζει στίχους και ποιήματα. Ο άλλος, ο Γιάννης Ευθυμιάδης, μού κάνει την τιμή να με επισκέπτεται, αν και δεν ξέρω τι πραγματικά ποιητικό μπορεί να βρήκε στο μπλογκ μου. Δεν μπορώ να περιγράψω πόσο χαίρομαι που τα ποιήματα και οι στίχοι τους φτερουγίζουν άυλα στον αέρα της μπλογκογειτονιάς μου και απογειώνουν την καθημερινότητά μου, με την (όχι ίδια αλλά παραπλήσια) γοητεία που ασκούν οι στίχοι που φωλιάζουν στις σελίδες των βιβλίων της βιβλιοθήκης μου.
(Αλλά, πέρα από την κυριολεξία, έχω την αίσθηση ότι και οι υπόλοιποι εδώ της παρέας είναι όλοι ποιητές της καθημερινής ζωής, ο καθένας με τον τρόπο και με το ύφος του –και η ώσμωση δίνει ωραίο αποτέλεσμα).
Μη με ρωτήσετε γιατί τα έγραψα αυτά· για κανέναν προφανή λόγο, έτσι όπως μοιράζεσαι ένα μπουκάλι καλό κόκκινο κρασί και σου 'ρχεται η διάθεση να πιεις στην υγεία της παρέας _αυτό!
Σάββατο, Δεκεμβρίου 02, 2006
A la recherche du temps perdu
Ο Μαρσέλ Προυστ κέρδισε στο πολλαπλάσιο, στην αθανασία, όλο τον χρόνο που θυσίασε για την αναζήτησή του. Εγώ που σπαταλάω άκαρδα τον όλο και ταχύτερα φθίνοντα δικό μου για ξένες λέξεις _οι μοναδικές δικές μου είναι τα έπεα πτερόεντα τούτου εδώ του μπλογκ_ τι ψυχή θα παραδώσω;
Σάββατο βράδυ. Από τη δουλειά μου. Με αγάπη.
Πέμπτη, Νοεμβρίου 30, 2006
Glory, glory, hallelujah!
Νίκου Κεσσανλή, από τη σειρά Φαντασμαγορία της ταυτότητας
Σήμερα επιστράτευσα όλη μου την υπομονή και τα ομορφότερα χαμόγελά μου και ξεκίνησα για τη θρυλούμενη ως περιπετειώδη διαδικασία της έκδοσης νέας αστυνομικής ταυτότητας. Surprise, surprise! Κατέθεσα τα δικαιολογητικά μου σε ένα ολοκαίνουργιο, απαστράπτον αστυνομικό τμήμα σε χρόνο ελάχιστα περισσότερο από μηδέν. Μαζί τους ασχολήθηκε ένας ευγενικός και γρήγορος διοικητής που βρισκόταν μόνος του σε ένα επίσης απαστράπτον, ήσυχο και ευρύχωρο γραφείο με φτηνά αλλά υπερσύγχρονα εργονομικά έπιπλα και γλάστρες με μπέντζαμιν στις γωνίες.
Ομολογώ ότι καταχάρηκα για όλο αυτό το new look και τη new age ατμόσφαιρα, και βέβαια χαίρομαι πιο πολύ γιατί στο νέο δελτίο ταυτότητας που θα παραλάβω σε τρεις (sic) μέρες δεν θα υπάρχει πια αυτό το σκοταδιστικό «ΘΡΗΣΚΕΥΜΑ: Χριστιανή Ορθόδοξος», αφού το σύγχρονο (ευρωπαϊκό)ελληνικό κράτος μας μου εγγυάται ότι, από τη στιγμή που ταυτίζομαι με τα στοιχεία που θα αναγράφει η ταυτότητά μου και πληρώνω τους φόρους μου, οι θρησκευτικές και κοσμοθεωρητικές μου πεποιθήσεις δεν ενδιαφέρουν κανέναν άλλο εκτός από εμένα και την ψυχούλα μου.
Είμαι βέβαιη ότι μου το εγγυάται, γιατί ο κύριος διοικητής θα εκδώσει τη νέα μου ταυτότητα υπό τη σκέπη ενός τεράστιου γλυκερού Χριστού μέσα σε μια επίσης τεράστια μπαρόκ κορνίζα πάνω από το κεφάλι του και μιας Παναγίας Ελευθερώτριας λίγο μικρότερων διαστάσεων και με πιο μίνιμαλ κορνίζα πάνω από τον δεξιό του ώμο.
Δευτέρα, Νοεμβρίου 27, 2006
Με αφορμή μια παράσταση
Italian Mask by Elena Glazunova
Μια θεατρική παράσταση που θα μπορούσε να αφορά (και) τους bloggers: «Η λάμψη των Άλπεων», του Πέτερ Τουρίνι, στη Β’ σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας.
Οι επιθυμίες ως ρόλοι. Οι ρόλοι ως ζωές. Οι ζωές ως ρόλοι.
Κλασικό το θέμα της αναζήτησης ταυτότητας μέσα από τον θεατρικό ρόλο και της χρήσης του ως συνθήκης βίωσης της πραγματικότητας. Ωστόσο, εδώ, η βιολογική τυφλότητα, ως παράγοντας αποκλεισμού της αναγνώρισης και αποκλειστικής εξάρτησης από την παρεχόμενη πληροφορία, γίνεται (ερήμην του συγγραφέα, που έγραψε το έργο το 1993) ένας ευθύς συμβολισμός για την ηλεκτρονική «θεατρική» σκηνή, όπου συνήθως «στήνουμε» την προσωπική μας παράσταση προσθαφαιρώντας πινελιές στο σκηνικό της πραγματικής μας ζωής –χωρίς αυτό να σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι εξαπατάμε συνειδητά (και χωρίς, σε κάποιες περιπτώσεις, να το αποκλείει) τους εξ ορισμού «τυφλούς» θεατές μας.
Δεν ξετρελάθηκα με την παράσταση, αλλά τη μνημονεύω γιατί με εντυπωσίασε το γεγονός ότι μου προκάλεσε αυτόν τον συνειρμό, ίσως γιατί δεν έχω πάψει να «ψάχνομαι» για το ποιες ασυνείδητες ανάγκες μού καλύπτει η ενασχόλησή μου με το «άθλημα».
Κυριακή, Νοεμβρίου 26, 2006
Ένα αληθινό παραμύθι
«…Το Σύμπαν είχε την αρχή του σε μια αδιανόητη Μεγάλη Έκρηξη, πριν από 12 περίπου δισεκατομμύρια χρόνια. [Τη στιγμή της γεννήσεως_ που είναι η αρχή του χρόνου και η αρχή του παντός_ όλη η ύλη και η ενέργειά του ήταν συγκεντρωμένες σε μια κοσμική σφαίρα με απειροελάχιστο μέγεθος, σε ένα αρχέγονο κοσμικό «αυγό»]. Από τότε το Σύμπαν άρχισε να διαστέλλεται και να ψύχεται. Ακόμη και σήμερα, οι γαλαξίες υπερνικούν την βαρυτική έλξη και απομακρύνονται με μεγάλη ταχύτητα.
(…) Οι βαρυτικές όμως δυνάμεις, που ενεργούν ανασταλτικά στη σημερινή διαστολή του, κάποια στιγμή θα υπερισχύσουν (…) η βαρύτητα επιβάλλει μια επιταχυνόμενη συστολή προς ολοένα και μικρότερες διαστάσεις και το Σύμπαν θα γίνεται διαρκώς θερμότερο και μικρότερο. Όταν θα έχει συσταλεί στο ένα εκατοστό του σημερινού του μεγέθους, η ακτινοβολία μικροκυμάτων θα κυριαρχήσει στον ουρανό, η θερμοκρασία της θα φθάνει τους εκατοντάδες βαθμούς και η νύχτα θα γίνει φλεγόμενη μέρα: μια πραγματική Δευτέρα Παρουσία. Με την παρέλευση μερικών εκατοντάδων χιλιάδων χρόνων ακόμη, η θερμοκρασία θα φτάσει γύρω στα δέκα εκατομμύρια βαθμούς. Τότε τα άστρα και οι πλανήτες , επιστρέφοντας ταπεινά στον αρχέγονο εαυτό τους, θα αποσυντεθούν σε ακτινοβολία, ηλεκτρόνια και πυρήνες.
Δέσμιο πάντοτε της βαρυτικής δομής, το Σύμπαν θα καταλήξει, σε αντιδιαστολή με την Μεγάλη Έκρηξη που το δημιούργησε, σε μια εξίσου απροσδιόριστη Μεγάλη Σύνθλιψη. Αν αυτή οδηγήσει σε μια καινούργια Μεγάλη Αρχή και σε ένα Σύμπαν που θα κάπως θυμίζει το δικό μας, είναι παρακινδυνευμένο να το προβλέψουμε.»
Αποσπάσματα από την «Αυτοβιογραφία του φωτός» του Γιώργου Γραμματικάκη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Το παραμύθι αυτό μας χωράει όλους, για τον απλούστατο λόγο ότι μόνο μέσα του υπάρχουμε. Ταιριάζει σε όσους δεν αγαπάνε τα παραμύθια, γιατί είναι απότοκο της επιστημονικής θεωρίας, των πειραμάτων και των επιτευγμάτων της τεχνολογίας, άρα αληθινό. Ταιριάζει και σ’ αυτούς που τα αγαπάνε, γιατί είναι ασύλληπτο από την πεπερασμένη καθημερινή σκέψη μας, από τα σωματικά μας βιώματα, έχει Ερυθρούς Γίγαντες και Λευκούς Νάνους, Μαύρες Τρύπες, θαύματα και κοσμική μουσική και τη θεωρία της σχετικότητας που μπορεί να σε ταξιδέψει στον χρόνο.
Μπορείς να πεις ότι έχει καλό τέλος, αφού μένει, συγκρατημένα έστω, ανοιχτό σε μια Καινούργια Αρχή. Αλλά μπορείς να συμπορευτείς με την απαισιόδοξη προοπτική του, αφού για την Καινούργια Αρχή προϋποτίθεται οπωσδήποτε το Μεγάλο Τέλος.
Σε κάθε περίπτωση, μπορείς να το διαμορφώσεις όπως θες, αφού αφηγείται μια ιστορία το πραγματικό τέλος της οποίας δεν πρόκειται να το μάθει κανείς.
Όσο για μένα, είναι η απόλυτη παραμυθία μου. Όταν το σκέφτομαι, νιώθω ολόκληρη την ύπαρξή μου, μαζί με τους φόβους μου, τις λύπες μου, την υπαρξιακή μου αγωνία, να συρρικνώνεται σε μια μοναδική κουκκίδα του χωροχρόνου, το τώρα. Αν αυτό το τώρα περιέχει έστω και απλή ευχαρίστηση, γίνεται πολύτιμο, αν περιέχει οδύνη και αγωνία απαλύνεται και γίνεται ανεκτό, γιατί, στο φως της αναπόδραστης συμπαντικής προοπτικής, μοιάζει ασήμαντο και φευγαλέο.
Αφιερωμένο…
(…) Οι βαρυτικές όμως δυνάμεις, που ενεργούν ανασταλτικά στη σημερινή διαστολή του, κάποια στιγμή θα υπερισχύσουν (…) η βαρύτητα επιβάλλει μια επιταχυνόμενη συστολή προς ολοένα και μικρότερες διαστάσεις και το Σύμπαν θα γίνεται διαρκώς θερμότερο και μικρότερο. Όταν θα έχει συσταλεί στο ένα εκατοστό του σημερινού του μεγέθους, η ακτινοβολία μικροκυμάτων θα κυριαρχήσει στον ουρανό, η θερμοκρασία της θα φθάνει τους εκατοντάδες βαθμούς και η νύχτα θα γίνει φλεγόμενη μέρα: μια πραγματική Δευτέρα Παρουσία. Με την παρέλευση μερικών εκατοντάδων χιλιάδων χρόνων ακόμη, η θερμοκρασία θα φτάσει γύρω στα δέκα εκατομμύρια βαθμούς. Τότε τα άστρα και οι πλανήτες , επιστρέφοντας ταπεινά στον αρχέγονο εαυτό τους, θα αποσυντεθούν σε ακτινοβολία, ηλεκτρόνια και πυρήνες.
Δέσμιο πάντοτε της βαρυτικής δομής, το Σύμπαν θα καταλήξει, σε αντιδιαστολή με την Μεγάλη Έκρηξη που το δημιούργησε, σε μια εξίσου απροσδιόριστη Μεγάλη Σύνθλιψη. Αν αυτή οδηγήσει σε μια καινούργια Μεγάλη Αρχή και σε ένα Σύμπαν που θα κάπως θυμίζει το δικό μας, είναι παρακινδυνευμένο να το προβλέψουμε.»
Αποσπάσματα από την «Αυτοβιογραφία του φωτός» του Γιώργου Γραμματικάκη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Το παραμύθι αυτό μας χωράει όλους, για τον απλούστατο λόγο ότι μόνο μέσα του υπάρχουμε. Ταιριάζει σε όσους δεν αγαπάνε τα παραμύθια, γιατί είναι απότοκο της επιστημονικής θεωρίας, των πειραμάτων και των επιτευγμάτων της τεχνολογίας, άρα αληθινό. Ταιριάζει και σ’ αυτούς που τα αγαπάνε, γιατί είναι ασύλληπτο από την πεπερασμένη καθημερινή σκέψη μας, από τα σωματικά μας βιώματα, έχει Ερυθρούς Γίγαντες και Λευκούς Νάνους, Μαύρες Τρύπες, θαύματα και κοσμική μουσική και τη θεωρία της σχετικότητας που μπορεί να σε ταξιδέψει στον χρόνο.
Μπορείς να πεις ότι έχει καλό τέλος, αφού μένει, συγκρατημένα έστω, ανοιχτό σε μια Καινούργια Αρχή. Αλλά μπορείς να συμπορευτείς με την απαισιόδοξη προοπτική του, αφού για την Καινούργια Αρχή προϋποτίθεται οπωσδήποτε το Μεγάλο Τέλος.
Σε κάθε περίπτωση, μπορείς να το διαμορφώσεις όπως θες, αφού αφηγείται μια ιστορία το πραγματικό τέλος της οποίας δεν πρόκειται να το μάθει κανείς.
Όσο για μένα, είναι η απόλυτη παραμυθία μου. Όταν το σκέφτομαι, νιώθω ολόκληρη την ύπαρξή μου, μαζί με τους φόβους μου, τις λύπες μου, την υπαρξιακή μου αγωνία, να συρρικνώνεται σε μια μοναδική κουκκίδα του χωροχρόνου, το τώρα. Αν αυτό το τώρα περιέχει έστω και απλή ευχαρίστηση, γίνεται πολύτιμο, αν περιέχει οδύνη και αγωνία απαλύνεται και γίνεται ανεκτό, γιατί, στο φως της αναπόδραστης συμπαντικής προοπτικής, μοιάζει ασήμαντο και φευγαλέο.
Αφιερωμένο…
Τετάρτη, Νοεμβρίου 22, 2006
Five o' clock coffee
By Alan T. Horwell
Επειδή η Speira με ταρακούνησε σήμερα, λέω να κάνω ένα διάλειμμα για καφέ με παρέα. Είστε μέσα;
ΥΓ1. Θα υπάρχει και τσάι για τους Αγγλοσάξονες ;)
ΥΓ2. ...οι οποίοι, όπως πληροφορήθηκα μετά την ανακοίνωση της πρόσκλησης, εάν έρθουν, μας υπόσχονται και χορό ;))
Δευτέρα, Νοεμβρίου 20, 2006
Παρασκευή, Νοεμβρίου 17, 2006
Έτος Μότσαρτ
Τον λένε Μότσαρτ. Εδώ σταματάει κάθε ομοιότητά του με τον τετράποδο σταρ του Χόλιγουντ, Μπετόβεν, καθώς ο Μότσαρτ δεν ζει σε ένα αμερικάνικο μεσοαστικό σπίτι-με-γρασίδι-στην-είσοδο, δεν υπάρχουν γλυκά, ευαίσθητα και ενήλικης αυτάρκειας παιδάκια να τον φροντίζουν και να παίζουν μαζί του, ούτε είναι τόσο πολύτιμος ώστε να αποτελεί το αντικείμενο του πόθου των κλασικών «κακών» που ξεσηκώνουν τον κόσμο για να τον αποκτήσουν, κάνοντάς τον, έτσι, διάσημο. Ο Μότσαρτ ζει σε ένα ανήλιαγο κομμάτι μιας ούτως ή άλλως μίζερης αυλής, κοιμάται στο υγρό τσιμέντο και αντικρίζει μονίμως ένα ντουβάρι μήκους πεντέξι μέτρων παραλλήλως του οποίου βολτάρει πάνω-κάτω· ενίοτε, όταν τα αφεντικά του ξυπνάνε ευλογημένα από κανένα καλό όνειρο, του επιτρέπουν να μείνει λίγο στο μπροστινό κομμάτι της αυλής, που το βλέπει λίγος ήλιος και έχει χώμα (το σκάψιμο του οποίου, ως απασχόληση, αποτελεί και το έγκλημα που έχει προκαλέσει τον ιδρυματισμό του στο πίσω μέρος). Σε ένα τέτοιο τυχερό διάλειμμα (μάλλον σε μια σειρά τέτοιων διαλειμμάτων) έγινε η γνωριμία μας και τώρα, κάθε που τύχει να συμπέσουν οι έξοδοί μας, προσπερνά τα εμπόδια που θέτουν οι μισοσπασμένες και παραμελημένες γλάστρες και χώνει το κεφάλι του, με επιδεξιότητα που όμως με τρομάζει, ανάμεσα στα κάγκελα παίρνοντας μια το κατά δύναμη αναπαυτική θέση για του χαϊδέψω το κεφάλι. Δεν βαριέται ποτέ πρώτος (κι ούτε εγώ θα βαριόμουν, αν ήταν δυνατόν)· όμως δεν μοιάζει και χαρούμενος. Δέχεται τα χάδια με μια στωική μελαγχολία, με ορθάνοιχτα μάτια, και μόνο η ουρά του, που κουνάει αδιάκοπα, φανερώνει την απόλαυσή του –αν έχει αποκρυπτογραφηθεί σωστά η γλώσσα του σώματος των σκύλων. Την υπόλοιπη μέρα κοιμάται με τις ώρες ή είναι ξαπλωμένος αδρανής, εκτός και αν η έντονη μυρωδιά κάποιου συγγενή του τον βγάλει από την απάθεια και του ξυπνήσει τα ένστικτά του.
Τα αφεντικά του είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, πρώτης γενιάς Αθηναίοι, που είτε κάποια αταβιστική παρόρμηση είτε, αντίθετα, (αν κρίνουμε από το όνομα του Μότσαρτ) η φαντασίωση λίγου τηλεοπτικού glamour τούς έπεισε ότι έπρεπε οπωσδήποτε να έχουν σκύλο. Που δεν τον βγάζουν βόλτα, γιατί είναι ορμητικός «και δεν τον κάνουν καλά» (για εκπαίδευση σκύλου και ιδιοκτήτη δεν έχουν ακούσει, ούτε θέλουν να ακούσουν)· δεν τον αφήνουν στην μπροστινή αυλή γιατί χαλάει τις γλάστρες και φοβίζει τους γείτονες «επειδή είναι μαύρος και έχει άσχημη φωνή»· δεν τον χαϊδεύουν –δεν τους έχω δει ποτέ-–γιατί προφανώς μνησικακούν επειδή δεν πεθαίνει μόνος του, αφού αυτοί δεν είναι δα και τέρατα να τον σκοτώσουν οι ίδιοι.
Δεν τον φωνάζω ποτέ Μότσαρτ. Του σφυράω και του λέω «είσαι καλός…καλός». Γνωρίζει το σφύριγμά μου, ίσως και τον ήχο του «καλός», είμαστε γείτονες τρία χρόνια τώρα. Και πάντα έρχεται στα κάγκελα –τώρα τελευταία όλο και πιο αργά– κοιτώντας με αυτό το στωικό, χωρίς χαρά βλέμμα που είναι σαν να λέει «για σένα το κάνω».
Και δεν μιλάω για την Christmas ή τα χιλιάδες άλλα θύματα της αλαζονείας και της αναλγησίας του Homo neohellenicus “sapiens”, αλλά μόνο για τον Μότσαρτ, που στο κάτω-κάτω έχει εξασφαλισμένα φαΐ και στέγη (; ).
Υ.Γ. Δεν είναι ποστ για Παρασκευή αυτό, το ξέρω, αλλά φταίει που σήμερα είχε «άδεια αυλισμού» ο Μότσαρτ και ξαναβρεθήκαμε ύστερα από αρκετές μέρες.
Επίσης, σήμερα είθισται να μιλάμε για την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Αλλά νομίζω ότι το διαχρονικό αίτημα μιας ανθρώπινης κοινωνίας δεν φτωχαίνει –αντίθετα– αν συμπεριλάβει και τα δικαιώματα των συγκατοίκων του ανθρώπου στον πλανήτη Γη.
Τρίτη, Νοεμβρίου 14, 2006
In the mood for Poetry
The Day grew small, surrounded tight
By early, stooping Night–
The Afternoon in Evening deep
Its Yellow shortness dropt–
The Winds went out their martial ways
The Leaves obtained excuse–
November hung his Granite Hat
Upon a nail of Plush
......................................
Η Μέρα όλο μίκραινε, στριμωγμένη
Από μια Νύχτα πρόωρα κυρτωμένη–
Τ’ Απόγευμα έριχνε στο βαθύ το Δειλινό
Το κοντό του μπόι το Κίτρινο–
Οι Άνεμοι βγήκαν με πολεμικά τραγούδια
Τα Φύλλα ζήτησαν και πήραν άδεια–
Ο Νοέμβρης κρέμασε σε καρφί Βελουδένιο
Το Καπέλο του το Γρανιτένιο
(Emily Dickinson
Η Ποιήτρια των επομένων εποχών
Μετάφραση ΚΩΣΤΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ)
Κυριακή, Νοεμβρίου 12, 2006
On fire!
Παρασκευή, Νοεμβρίου 10, 2006
Το κουκκί και το ρεβύθι
Το παραμύθι:
...όπου η ανιδιοτέλεια και η κοινή λογική ενός θετού πατέρα μεταμορφώνουν μια υπεροπτική ξύλινη μαριονέτα σε ένα ευαίσθητο αληθινό παιδάκι που μιλάει σαν όλα τα συνομήλικά του και πηγαίνει στο σχολείο με τη λαχτάρα να μάθει γράμματα.
Το αντιπαραμύθι:
...όπου η ματαιοδοξία και η ακρισία δύο φυσικών γονιών μεταμορφώνουν ένα ευαίσθητο αληθινό παιδάκι σε υπεροπτική ξύλινη μαριονέτα που μιλάει μεγαλίστικα και κουνά δασκαλίστικα την ευπροσάρμοστη μύτη της μπροστά στα έκθαμβα μάτια μας.
Η πραγματικότητα:
...όπου η Είδηση, εξαιτίας των επικρατούντων εκδοτικών και δημοσιογραφικών ηθών, χάνει το δημοκρατικό της δικαίωμα να θεωρείται αληθινή, έστω και μόνο μέχρις αποδείξεως του εναντίου.
Αλλά δεν μου αρέσει αυτό το ποστ. Δασκαλίστικο σαν τα λόγια της μαριονέτας μού βγήκε.
Τρίτη, Νοεμβρίου 07, 2006
Στου κουφού την πόρτα...
"Stone Deaf" by James Marsh
Ο ανάλγητος blogger αποφάσισε να με καταδικάσει στη σιωπή, στο μόνο post που ήθελα απελπισμένα ανταπόκριση, για ν' ακούσω δυο παραμυθητικά λόγια, έστω και ψεύτικα. Ας είναι όμως... Σαν να ήμουν η Πολυάνα, θα παρηγορηθώ με τη σκέψη ότι τουλάχιστον δεν είμαι ακόμη στην ηλικία της βιολογικής κωφότητας. Ή ότι τον ήχο της σιωπής μπορείς να τον "ακούς" όσο όμορφο τον φαντάζεσαι. Ή, τέλος πάντων, ότι είμαι μια... κουφή γκόμενα.
Υ.Γ. Κακόγουστη είναι η τελευταία φράση, το ξέρω, αλλά, λέμε, παρηγοριά θέλω...
Πέμπτη, Οκτωβρίου 26, 2006
Δοκιμή (εε;)
Τετάρτη, Οκτωβρίου 25, 2006
Αποκατάσταση...
"Ο κακός λύκος, νονά, ήρθε στο σχολείο και έφαγε όλα τα παιδάκια... και την κυρία Λουκία. Όμως, δεν ήτανε και πολύ κακός και μετά μας έβγαλε πάλι έξω από την κοιλιά του".
"Και τι έγινε μετά, αγάπη μου;"
"Μετά... εεε... πήγαμε όλοι μαζί στη θάλασσα".
...Κι έτσι μαγικά αποκαταστάθηκε -στην καρδιά μου τουλάχιστον, αν όχι και στη συνείδησή μου- η απλοϊκή ατάκα της απλοϊκής κινηματογραφικής Μελίνας-Ίλια του απλοϊκού Ποτέ την Κυριακή.
ΥΓ. Όπου "σχολείο", βλ. "παιδικό σταθμό".
"Και τι έγινε μετά, αγάπη μου;"
"Μετά... εεε... πήγαμε όλοι μαζί στη θάλασσα".
...Κι έτσι μαγικά αποκαταστάθηκε -στην καρδιά μου τουλάχιστον, αν όχι και στη συνείδησή μου- η απλοϊκή ατάκα της απλοϊκής κινηματογραφικής Μελίνας-Ίλια του απλοϊκού Ποτέ την Κυριακή.
ΥΓ. Όπου "σχολείο", βλ. "παιδικό σταθμό".
Παρασκευή, Οκτωβρίου 06, 2006
To blog or not to blog?
Λόγοι για να ...το κόψω:
Τι γυρεύει μια αγοραφοβική αλεπού στο παζάρι; Και άντε και ξεπερνά την αγοραφοβία της, ενδιαφέρεται στ' αλήθεια να εκθέσει μια παρδαλή πραμάτεια από απόψεις, πιθανές συγγραφικές ανησυχίες, συναισθήματα, σώψυχα κλπ. σε κοινή θέα; Kαι την ενδιαφέρει άραγε τόσο πολύ η αντίστοιχη πραμάτεια του καθενός; Και, σε περίπτωση που την ενδιαφέρει, πόση αλήθεια, όχι πραγματικότητα, αλλά εσωτερική αλήθεια, διαθέτει αυτή η πραμάτεια ξεκομμένη από την προίκα των αισθήσεων, ώστε να αξίζει να την "αγοράσεις";
Επίσης, πόσο αντέχει (η αλεπού) να καταπονεί το σώμα της μπροστά στη ρημαδοοθόνη, που μετά τις πεντέξι πρώτες ώρες μπροστά της παίρνει πίσω κάθε χαρά που μπορεί να της προσφέρει (αν και ομολογουμένως είναι αρκετές αυτές οι χαρές); Και, και...
Λόγοι για να το προσπαθήσω λίγο ακόμη:
Blogs λιτά, μινιμαλιστικά, ασκήσεις του μυαλού και της ψυχής (και της γραφίδας) σαν της ηθικής αυτουργού αυτου του blog, ή γενναιόδωρα σαν αυτό του λιγομίλητου Κασιανού, που έβαλα στα links μου με κόπους και βάσανα ύστερα από μερικές χαμένες εργατοώρες (ας μην το πληροφορηθούν οι εργοδότες μου, αν είναι δυνατόν), και καναδύο άλλα που θα τα προσθέσω μόλις ξαναβρώ καιρό.
Επίσης, σκηνές της καθημερινότητας που νιώθεις την ανάγκη να τις ταχυδρομήσεις σε άγνωστους παραλήπτες, όπως τη χθεσινή:
Γύρω στις εννιά το βράδυ, πεζόδρομος Βαλτετσίου, μπροστά στην πόρτα του σουβλατζίδικου απέναντι στη "Ροζαλία", καθισμένος γαλήνια ο γλυκύτατος αδέσποτος που είναι μόνιμος θαμώνας. Ένας πιτσιρικάς τεσσάρων πέντε χρόνων, ξανθωπός και σπιρτούλης (όπως λίγα ελληνάκια είναι πια) έχει τα χεράκια του στο λαιμό του μουσούδα και του ψιθυρίζει: "Σκύλο, πώς σε λένε; Εμένα Γιώργο". Από το τελευταίο τραπέζι, μαμαδίσια φωνή: "Γιώργοοο, έλα 'δώ γρήγορα να φας!". Κι ο Γιώργος, ψιθυρίζοντας ξανά: "Εγώ δε θέλω άλλο, θα ΄ρθεις να φας εσύ;"
Ιδέα: να διατηρήσω ένα φωτομπλογκ, με "φωτογραφίες" από λέξεις. Άτακτα, χωρίς συνέπεια, με την τυχαιότητα που προκύπτουν οι "σκηνές" ή η διάθεση για να "δω", καθώς κυκλοφορώ στους δρόμους της πόλης. Peut etre...
Τι γυρεύει μια αγοραφοβική αλεπού στο παζάρι; Και άντε και ξεπερνά την αγοραφοβία της, ενδιαφέρεται στ' αλήθεια να εκθέσει μια παρδαλή πραμάτεια από απόψεις, πιθανές συγγραφικές ανησυχίες, συναισθήματα, σώψυχα κλπ. σε κοινή θέα; Kαι την ενδιαφέρει άραγε τόσο πολύ η αντίστοιχη πραμάτεια του καθενός; Και, σε περίπτωση που την ενδιαφέρει, πόση αλήθεια, όχι πραγματικότητα, αλλά εσωτερική αλήθεια, διαθέτει αυτή η πραμάτεια ξεκομμένη από την προίκα των αισθήσεων, ώστε να αξίζει να την "αγοράσεις";
Επίσης, πόσο αντέχει (η αλεπού) να καταπονεί το σώμα της μπροστά στη ρημαδοοθόνη, που μετά τις πεντέξι πρώτες ώρες μπροστά της παίρνει πίσω κάθε χαρά που μπορεί να της προσφέρει (αν και ομολογουμένως είναι αρκετές αυτές οι χαρές); Και, και...
Λόγοι για να το προσπαθήσω λίγο ακόμη:
Blogs λιτά, μινιμαλιστικά, ασκήσεις του μυαλού και της ψυχής (και της γραφίδας) σαν της ηθικής αυτουργού αυτου του blog, ή γενναιόδωρα σαν αυτό του λιγομίλητου Κασιανού, που έβαλα στα links μου με κόπους και βάσανα ύστερα από μερικές χαμένες εργατοώρες (ας μην το πληροφορηθούν οι εργοδότες μου, αν είναι δυνατόν), και καναδύο άλλα που θα τα προσθέσω μόλις ξαναβρώ καιρό.
Επίσης, σκηνές της καθημερινότητας που νιώθεις την ανάγκη να τις ταχυδρομήσεις σε άγνωστους παραλήπτες, όπως τη χθεσινή:
Γύρω στις εννιά το βράδυ, πεζόδρομος Βαλτετσίου, μπροστά στην πόρτα του σουβλατζίδικου απέναντι στη "Ροζαλία", καθισμένος γαλήνια ο γλυκύτατος αδέσποτος που είναι μόνιμος θαμώνας. Ένας πιτσιρικάς τεσσάρων πέντε χρόνων, ξανθωπός και σπιρτούλης (όπως λίγα ελληνάκια είναι πια) έχει τα χεράκια του στο λαιμό του μουσούδα και του ψιθυρίζει: "Σκύλο, πώς σε λένε; Εμένα Γιώργο". Από το τελευταίο τραπέζι, μαμαδίσια φωνή: "Γιώργοοο, έλα 'δώ γρήγορα να φας!". Κι ο Γιώργος, ψιθυρίζοντας ξανά: "Εγώ δε θέλω άλλο, θα ΄ρθεις να φας εσύ;"
Ιδέα: να διατηρήσω ένα φωτομπλογκ, με "φωτογραφίες" από λέξεις. Άτακτα, χωρίς συνέπεια, με την τυχαιότητα που προκύπτουν οι "σκηνές" ή η διάθεση για να "δω", καθώς κυκλοφορώ στους δρόμους της πόλης. Peut etre...
Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 15, 2006
Κι άλλο κατευόδιο...
Το χάρτινο καραβάκι πλέει σήμερα με τα πανιά μεσίστια συνοδεύοντας ένα εικοσάχρονο αγόρι στο τελευταίο ταξίδι του, όπου το έστειλε παράλογα πρόωρα, κλέβοντας ως συνήθως στα χαρτιά, η γαμημένη η ζωή...
Παρασκευή, Αυγούστου 25, 2006
Επιστολή
Αγαπητή μου Κατερίνα
Είμαι καλά, το αυτό επιθυμώ και δι' εσέ.
Όταν (" θα λάβεις αυτό το γράμμα, τότε θα κλάψεις με μαύρο κλάμα", άσχετον...) διαβάσεις αυτό το ποστ (θα ξέρω ότι έχω ελπίδα, γιατί κάποιος πιστεύει ακόμα στον blogger που είναι κρυμμένος μέσα μου -όχι εγώ, πάντως-, σχετικόν...), εγώ θα πλέω προς τα πάτρια εδάφη ή θα λούομαι ήδη εις τα πάτρια ύδατα. Δεν θα τυγχάνω, βεβαίως, της ιδίας δροσιάς την οποίαν μου παρέχουν τα posts σου (γιατί δεν είμαι τόοoσο ξεμωραμένη να τρέχω στα ίντερνετ-καφέ για να διαβάζω blogs), αλλά τι να κάμνωμεν, δεν ημπορούμε να τα έχωμεν όλα εις την ζωήν.
Εύχομαι να είσαι καλώς εγκατεστημένη εις την ράχην του Πηγάσου και να εμπνέεσαι εξίσου δια το λεσβιακόν (μη προς παρεξήγησιν, καλέ...)ιστορικόν πόνημα όσο και δια το μελλοντικώς διάσημο λογοτεχνικό έργο σου (μη χαλαρώνεις, έρχεται φθινόπωρο και περιμένει και ο κύριος από την Πάτρα..., no kidding).
Σε ασπάζομαι, ευχομένη υγείαν, καλοπέρασιν και ΟΙΣΤΡΟΝ (πάσης φύσεως), όσο εγώ θα κοιμίζω το πνεύμα μου εις τας αγκάλας του Μορφέως (οπωσδήποτε), του Α. (ελπίζω) και του Κρητικού Πελάγους (ανάλογα με τα κέφια μου και τα κέφια του καιρού).
Η γείτων,
Μάνα-Ρέιβερ
Είμαι καλά, το αυτό επιθυμώ και δι' εσέ.
Όταν (" θα λάβεις αυτό το γράμμα, τότε θα κλάψεις με μαύρο κλάμα", άσχετον...) διαβάσεις αυτό το ποστ (θα ξέρω ότι έχω ελπίδα, γιατί κάποιος πιστεύει ακόμα στον blogger που είναι κρυμμένος μέσα μου -όχι εγώ, πάντως-, σχετικόν...), εγώ θα πλέω προς τα πάτρια εδάφη ή θα λούομαι ήδη εις τα πάτρια ύδατα. Δεν θα τυγχάνω, βεβαίως, της ιδίας δροσιάς την οποίαν μου παρέχουν τα posts σου (γιατί δεν είμαι τόοoσο ξεμωραμένη να τρέχω στα ίντερνετ-καφέ για να διαβάζω blogs), αλλά τι να κάμνωμεν, δεν ημπορούμε να τα έχωμεν όλα εις την ζωήν.
Εύχομαι να είσαι καλώς εγκατεστημένη εις την ράχην του Πηγάσου και να εμπνέεσαι εξίσου δια το λεσβιακόν (μη προς παρεξήγησιν, καλέ...)ιστορικόν πόνημα όσο και δια το μελλοντικώς διάσημο λογοτεχνικό έργο σου (μη χαλαρώνεις, έρχεται φθινόπωρο και περιμένει και ο κύριος από την Πάτρα..., no kidding).
Σε ασπάζομαι, ευχομένη υγείαν, καλοπέρασιν και ΟΙΣΤΡΟΝ (πάσης φύσεως), όσο εγώ θα κοιμίζω το πνεύμα μου εις τας αγκάλας του Μορφέως (οπωσδήποτε), του Α. (ελπίζω) και του Κρητικού Πελάγους (ανάλογα με τα κέφια μου και τα κέφια του καιρού).
Η γείτων,
Μάνα-Ρέιβερ
Παρασκευή, Αυγούστου 04, 2006
Μην ψάχνεις πια αλλού, αφού το ξέρεις ήδη…
Φεύγω…
Θ’ αφήσω αγκυροβολημένο στην μπλογκομαρίνα το χάρτινο καραβάκι μου και θα μπω στο "Ροδάνθη", παίρνοντας στις αποσκευές μου την καβάφεια «πόλι» μου, να τη στήσω στην ακρογιαλιά σαν ομπρέλα για να φυλαχτώ από το ηλιόκαμα του απρόοπτου, που τα (αρκετά) τελευταία χρόνια δεν το αντέχει το πετσί μου. Μετά, ήσυχη και προστατευμένη, θ’ αγναντεύω τα αληθινά καράβια να διασχίζουν τον θαλασσινό ορίζοντα και θα ονειρεύομαι την «άλλη» πόλη… που θα τα είχε όλα, εκτός από εκείνους για τους οποίους απαρνήθηκα το Ταξίδι…
(…και τώρα που ολοκλήρωσα την άσκηση δημιουργικής γραφής, κυρία, μπορώ να κοιμηθώ στην αγαπημένη, ανυποψίαστη αγκαλιά που δεν ξέρει για το Ταξίδι, αλλά με ταξιδεύει πάντα στον κόσμο των αισθημάτων; Εξάλλου, η φαντασία μου δεν δυσκολεύτηκε ποτέ να ταξιδέψει, ενώ η καρδιά μου δεν αντέχει να αγαπάει αφηρημένα.)
Θ’ αφήσω αγκυροβολημένο στην μπλογκομαρίνα το χάρτινο καραβάκι μου και θα μπω στο "Ροδάνθη", παίρνοντας στις αποσκευές μου την καβάφεια «πόλι» μου, να τη στήσω στην ακρογιαλιά σαν ομπρέλα για να φυλαχτώ από το ηλιόκαμα του απρόοπτου, που τα (αρκετά) τελευταία χρόνια δεν το αντέχει το πετσί μου. Μετά, ήσυχη και προστατευμένη, θ’ αγναντεύω τα αληθινά καράβια να διασχίζουν τον θαλασσινό ορίζοντα και θα ονειρεύομαι την «άλλη» πόλη… που θα τα είχε όλα, εκτός από εκείνους για τους οποίους απαρνήθηκα το Ταξίδι…
(…και τώρα που ολοκλήρωσα την άσκηση δημιουργικής γραφής, κυρία, μπορώ να κοιμηθώ στην αγαπημένη, ανυποψίαστη αγκαλιά που δεν ξέρει για το Ταξίδι, αλλά με ταξιδεύει πάντα στον κόσμο των αισθημάτων; Εξάλλου, η φαντασία μου δεν δυσκολεύτηκε ποτέ να ταξιδέψει, ενώ η καρδιά μου δεν αντέχει να αγαπάει αφηρημένα.)
Παρασκευή, Ιουλίου 28, 2006
Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, ποια είναι η πιο...
"Τα καλά παιδιά πάνε στον Παράδεισο, τα κακά πάνε παντού" (λαϊκή σοφία παραφρασμένη επί το γενικότερον).
Το θέμα είναι πως -ό,τι κι αν λέγεται περί του αντιθέτου- τα ταλέντα της επιλεκτικής μνήμης, της επιλεκτικής κρίσης και της αφοσιωμένης λατρείας του εαυτού είναι γονιδιακής προέλευσης. Ή τα 'χεις ή δεν τα 'χεις.
Αν δεν τα ΄χεις και επιχειρήσεις να πας παντου... "δεν το 'χεις".
Το θέμα είναι πως -ό,τι κι αν λέγεται περί του αντιθέτου- τα ταλέντα της επιλεκτικής μνήμης, της επιλεκτικής κρίσης και της αφοσιωμένης λατρείας του εαυτού είναι γονιδιακής προέλευσης. Ή τα 'χεις ή δεν τα 'χεις.
Αν δεν τα ΄χεις και επιχειρήσεις να πας παντου... "δεν το 'χεις".
Παρασκευή, Ιουλίου 21, 2006
Τρικυμία εν κρανίω
Το δρομολόγιο του χάρτινου καραβιού μου είχε προγραμματιστεί για κάθε Παρασκευή, με το καλό.
Την περασμένη εβδομάδα δεν σήκωσα την άγκυρά του, γιατί έπρεπε να προφτάσω ένα αληθινό καράβι. Αυτή την εβδομάδα ο πλους επισπεύστηκε, γιατι το χθεσινό ποστ δεν άντεχε να περιμένει άλλο.
Και σήμερα... ο βοριάς λυσσομανά και έχει απαγορευτικό· όχι μόνο στο Αιγαίο, αλλά και στη θάλασσα που φιλοξενεί το καραβάκι μου, που είναι αφόρητα ρηχή και μαζί απρόσμενα βαθιά, αλλά σίγουρα τρικυμισμένη.
Τηλεφωνήθηκα με δύο καλούς φίλους και ταξιδέψαμε μιλώντας για τα γνωστά και τα καθημερινά μας. Μήπως στο καραβάκι μου ταιριάζουν μόνο τα λιμάνια;
Ήταν ένα μικρό καράβι, που ήταν αταξίδευτο...
Την περασμένη εβδομάδα δεν σήκωσα την άγκυρά του, γιατί έπρεπε να προφτάσω ένα αληθινό καράβι. Αυτή την εβδομάδα ο πλους επισπεύστηκε, γιατι το χθεσινό ποστ δεν άντεχε να περιμένει άλλο.
Και σήμερα... ο βοριάς λυσσομανά και έχει απαγορευτικό· όχι μόνο στο Αιγαίο, αλλά και στη θάλασσα που φιλοξενεί το καραβάκι μου, που είναι αφόρητα ρηχή και μαζί απρόσμενα βαθιά, αλλά σίγουρα τρικυμισμένη.
Τηλεφωνήθηκα με δύο καλούς φίλους και ταξιδέψαμε μιλώντας για τα γνωστά και τα καθημερινά μας. Μήπως στο καραβάκι μου ταιριάζουν μόνο τα λιμάνια;
Ήταν ένα μικρό καράβι, που ήταν αταξίδευτο...
Πέμπτη, Ιουλίου 20, 2006
Κατευόδιο
Είσαι το τελευταίο άτομο
που θα τον γνωρίσει,
αδελφή νοσοκόμα
Όχι πως θα τον γνωρίσεις,
γέρος άνθρωπος είναι,
άρρωστος
πώς μπορείς να τον γνωρίσεις;
Είσαι το τελευταίο άτομο
που θα τον δει
και θα τον αγγίξει,
αδελφή νοσοκόμα.
(George Oppen, Of Being Numerous. Από το George Oppen, Περί πληθείναι, εκδόσεις Γαβριηλίδη).
Ένας καλός φίλος των γονιών μου έφυγε προχθές για να τους συναντήσει...
Ας είχα μόνο κάτι πιο παρήγορο να γράψω στη μνήμη τους!
που θα τον γνωρίσει,
αδελφή νοσοκόμα
Όχι πως θα τον γνωρίσεις,
γέρος άνθρωπος είναι,
άρρωστος
πώς μπορείς να τον γνωρίσεις;
Είσαι το τελευταίο άτομο
που θα τον δει
και θα τον αγγίξει,
αδελφή νοσοκόμα.
(George Oppen, Of Being Numerous. Από το George Oppen, Περί πληθείναι, εκδόσεις Γαβριηλίδη).
Ένας καλός φίλος των γονιών μου έφυγε προχθές για να τους συναντήσει...
Ας είχα μόνο κάτι πιο παρήγορο να γράψω στη μνήμη τους!
Ετικέτες
Αφιερωμένα,
George Oppen,
In memoriam
Παρασκευή, Ιουλίου 07, 2006
Πού πας, καραβάκι...
ΟΚ, λοιπόν! Κάνω το χατίρι στην Κ. (ξέρω... θα μου πει στον εαυτό μου το κάνω το χατίρι), να ασχοληθώ λίγο πιο μόνιμα με το στιγμιαίο παιχνίδι της περασμένης Παρασκευής, διερευνώντας μια μορφή επικοινωνίας για την οποία λόγω ηλικίας, θέλω να πιστεύω (αλλά στην ουσία λόγω χαρακτήρα) είμαι μάλλον δύσπιστη ως προς την αλήθεια της και την αναγκαιότητά της.
Οι σημαντικότερες ενστάσεις μου ήταν αρχικά τετριμμένες και, shame on me, βασισμένες σε στερεότυπα (στην πραγματικότητα αυτοπροστατευτικές): εικονική επικοινωνία ελλείψει πραγματικής, wannabe συγγραφείς παντός είδος που ονειρεύονται ευκαιρίες_άρα έλλειψη αυθορμητισμού και αυθεντικότητας, ναρκισσισμός που ψάχνει βήμα, νεοελληνικό σύνδρομο "έχω γνώμη για όλα και οφείλουν να την ξέρουν όλοι" κλπ. κλπ.
Αλλά... είμαι και Υδροχόος! Ο ορθολογισμός μου και η comme il faut περσόνα μου κονταρομαχούν συνεχώς (μέχρι στιγμής σχεδόν πάντα θεωρητικά ) με την περιέργεια για το Άλλο (δηλαδή το αλλιώτικο, το απρόβλεπτο, το ξεβολεμένο).
Η πιο πρόσφατη ένστασή μου έχει να κάνει με τη βιολογική σπατάλη του να είσαι μπροστά στο κομπιούτερ για ακόμη περισσότερες από τις υπερβολικές ώρες που είμαστε οι περισσότεροι. Δεν θα ενδώσω λοιπόν στην αντιμετώπιση του blog σαν chat-room, δεν θα μένω μέσα για να δέχομαι επισκέψεις· ας πούμε ότι το φαντάζομαι σαν τη χαμένη τέχνη της επιστολογραφίας, όταν ο χρόνος ήταν το φίλτρο του λόγου και της ανθρώπινης επαφής. Ή ίσως _για να ξαναβάλω το παιχνίδι στο... παιχνίδι, γιατί η Κ. θα με κατηγορήσει δικαίως για σοβαροφάνεια_ σαν το χάρτινο καραβάκι που αμολάει ένα παιδί ή ένας παιχνιδιάρης στη θάλασσα περιμένοντας υπομονετικά (αλλά όχι χωρίς λαχτάρα) να δει αν θα το βρει κάποιος.
Καλό Σαββατοκύριακο!
Οι σημαντικότερες ενστάσεις μου ήταν αρχικά τετριμμένες και, shame on me, βασισμένες σε στερεότυπα (στην πραγματικότητα αυτοπροστατευτικές): εικονική επικοινωνία ελλείψει πραγματικής, wannabe συγγραφείς παντός είδος που ονειρεύονται ευκαιρίες_άρα έλλειψη αυθορμητισμού και αυθεντικότητας, ναρκισσισμός που ψάχνει βήμα, νεοελληνικό σύνδρομο "έχω γνώμη για όλα και οφείλουν να την ξέρουν όλοι" κλπ. κλπ.
Αλλά... είμαι και Υδροχόος! Ο ορθολογισμός μου και η comme il faut περσόνα μου κονταρομαχούν συνεχώς (μέχρι στιγμής σχεδόν πάντα θεωρητικά ) με την περιέργεια για το Άλλο (δηλαδή το αλλιώτικο, το απρόβλεπτο, το ξεβολεμένο).
Η πιο πρόσφατη ένστασή μου έχει να κάνει με τη βιολογική σπατάλη του να είσαι μπροστά στο κομπιούτερ για ακόμη περισσότερες από τις υπερβολικές ώρες που είμαστε οι περισσότεροι. Δεν θα ενδώσω λοιπόν στην αντιμετώπιση του blog σαν chat-room, δεν θα μένω μέσα για να δέχομαι επισκέψεις· ας πούμε ότι το φαντάζομαι σαν τη χαμένη τέχνη της επιστολογραφίας, όταν ο χρόνος ήταν το φίλτρο του λόγου και της ανθρώπινης επαφής. Ή ίσως _για να ξαναβάλω το παιχνίδι στο... παιχνίδι, γιατί η Κ. θα με κατηγορήσει δικαίως για σοβαροφάνεια_ σαν το χάρτινο καραβάκι που αμολάει ένα παιδί ή ένας παιχνιδιάρης στη θάλασσα περιμένοντας υπομονετικά (αλλά όχι χωρίς λαχτάρα) να δει αν θα το βρει κάποιος.
Καλό Σαββατοκύριακο!
Παρασκευή, Ιουνίου 30, 2006
Κακός μπελάς... με βρήκε!
Η πρώτη μου επιλογή τίτλου ήταν "Just for fun", που διερμήνευε ακριβώς τις προθέσεις μου σε σχέση με την παρουσία μου στην μπλογκόσφαιρα, καθότι ενοχικός τύπος πάσχουσα από σύνδρομο υπευθυνότητας (ανίατο, αλλά επιδεχομενο βελτίωση), το οποίο ήθελα να ξορκίσω. Ωστόσο κάποιος άλλος τυχερός είχε προλάβει πρώτος να κατοχυρώσει το προφίλ αυτό και έτσι επέλεξα να λέγομαι kakos belas (αν και ο "κακός μπελάς" είναι μάλλον η καλή συνάδελφος του διπλανού γραφείου, η οποία με ώθησε σε αυτό το τριπάκι -OK. κι εσύ, GB) και το έχω ήδη μετανιώσει γιατί "τι θέλει να πει ο ποιητής;", ούτε αυτός ξέρει. Ίδωμεν...
Προς το παρόν, καλό ΣΚ, Κ., καλό ΣΚ, GB ("πελάτες μου!") και τα ξαναλέμε.
Προς το παρόν, καλό ΣΚ, Κ., καλό ΣΚ, GB ("πελάτες μου!") και τα ξαναλέμε.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)