Παρασκευή, Ιουνίου 26, 2009

INTERIORS

Vilhelm Hammershoi, Interior, Strangade 30, (1909)
(από
εδώ)


ΔΥΟ ΣΙΩΠΕΣ

Ι
Απαλά, πουπουλένια σκιρτήματα στον περιστερώνα∙
ένα στρίψιμο του λαιμού, ένα ανάδεμα των φτερών,
στις φωτεινές γρίλιες που αφήνουν οι σανιδένιοι τοίχοι_
όσο περίτεχνοι, όσο καλά μονταρισμένοι κι αν είναι–
σαν υπόνοια κάγκελων φυλακής∙
σκοποί ζεσταμένοι κι εκτοπισμένοι σαν νερό
που ξεχείλισε απ' το μπάνιο αναζητώντας ένα καλούπι:
μια μικρή παράσταση, με τη ζωηράδα τους συγκαλυμμένη,
με τη λευκότητά τους αντιληπτή παρά το σκοτάδι.

ΙΙ
Τα παιδιά σωπαίνουν με το αζημίωτο
Στα σεμνότυφα στόματα, στα ασκητικά βλέμματα,
υπάρχει κάποια μομφή. Ή μήπως εγώ είμαι που,
όταν ένα ένα παρεκτρέπονται
και επιστρέφουν στη φυσική κατάσταση
του θορύβου, θα ‘θελα να αφουγκράζονταν
πιο πολύ τον κόσμο, και να τον αμφισβητούσαν λιγότερο∙ θα ‘θελα
για τον εαυτό μου ένα πρόσχημα για να σωπαίνω,
ή αν μιλώ, να μιλώ καταναγκαστικά;

Φράνσις Λέβιστον


σιωπή (αντιστίξεις ατάκτως ερριμμένες):
χώρος ή κατάσταση;
φυλακή ή ελευθερία;
μομφή ή έπαθλο;
σκοπός ή μέσον;
πλούτος ή ένδεια;
αρετή (“κρείττον το σιγάν”) ή ιδιοτέλεια (“κρύβε λόγια”);
γυαλί που σπάει (διαφάνεια;) ή υγρό που ρέει (αίμα;);
φως ή σκοτάδι;
(και πάντως, και κυρίως) επιλογή ή καταναγκασμός;

εντέλει, “όσα δε φτάν’ η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια” ή “…πηδάει και τα φτάνει”;


TWO SILENCES

Ι
Soft, feathered stirrings in the dovecote;

a quirk of napes, a distinction of quills,/

in the slats of light the clapboard walls-/

no matter how well-made, how dove-tailed_/

admit, their suggestion of prison bars;/

airs warmed and displaced as water/

poured off the bath to discover a form:/

a number given, their quickness covered,/

their whiteness understoοd despite the dark./

II

The kids are doing sponsored silences./i

n the prim mouths, the ascetic looks,/

there is some reproach. Or is it in me,/

when one by one the forget themselves/

and return to the natural condition/

of noise, that I wish they had listened/

more to the world, and questioned less; I wish/

for myself an excuse to be silent,/

or if I speak, to speak from some duress?/

Frances Leviston


Πέμπτη, Ιουνίου 04, 2009

Καλό καλοκαίρι!



ΦΟΛΕΓΑΝΔΡΟΣ

Ο άνεμος είναι μόνος.
Δεν μπορεί να έχει υπόσταση
στη θάλασσα, δεν μπορεί να επιβεβαιώσει την ύπαρξή του
όμως χιμάει παντού
μέχρι να συναντήσει μάρτυρες.
Οι πεζούλες του νησιού,
ο πάσσαλος ενός φράχτη για να τριφτεί ,
ελιές, τράγοι,
κι οι κάτοικοι του τόπου
τον κόβουν. Τώρα
φτάνει συνεχώς.
Αποκαμωμένος μερικές φορές
ξεθυμαίνει σε μουρμουρητό,
μεταφέροντας τη σκόνη από φύλλο σε φύλλο,
μετά δυναμώνει τη νύχτα,
από φόβο πως δεν μπορεί να δει ούτε τον εαυτό του
ούτε τίποτε άλλο, από φόβο
πως ο κόσμος
χάθηκε για πάντα.
Υπάρχει μια αίσθηση παιδικότητας
στη συνεχή παρουσία του,
στο πώς ακολουθεί και ουρλιάζει,
πώς διακόπτει
τις προσωπικές στιγμές σου
κυριεύοντάς τες στην παραλία το σούρουπο.
Θα ‘θελες να υπήρχε κάποιος θεός
για να του ζητήσεις να τον κατευνάσει,
κάποια τελετή,
κάποια τελετουργική θυσία
να ησυχάσει το μουγκρητό του και να τον αποκοιμίσει
μ΄ένα νανούρισμα,
αλλά δεν σου ‘χει μείνει τίποτα
να πιστεύεις_
μόνο ο άνεμος
που πλημμυρίζει τους τρούλους στα ξωκλήσια
και τ’ αφτιά των γαϊδουριών
σβήνοντας τελικά
στον λαβύρινθο των πνευμόνων σου.

Φράνσις Λέβιστον



Ήθελα κάτι καλοκαιρινό. Αλλά όχι χαζοχαρούμενο. Ούτε χαζολυπημένο. Κάτι ακόσμητο αλλά "έγχρωμο". Κάτι γήινο και αέρινο μαζί.
Δεν μπορώ να πω με σιγουριά αν πρόκειται για τις καλοκαιρινές εντυπώσεις μιας νεαρής κοπέλας, τουρίστριας ή ταξιδεύτριας, ή για την καλυμμένη υπαρξιακή αγωνία του άφυλου και διαχρονικού συμπαντικού όντος που είναι ο ποιητής, ο οποίος αναζητάει παντού μάρτυρες για να επιβεβαιωσει την ύπαρξή του _και τη δική τους, δηλαδή του Κόσμου.

Καλό καλοκαίρι!



(η φωτογραφία είναι από τον ιστότοπο της Κοινότητας Φολεγάνδρου )


FOLEGANDROS

The wind is lonely.
It cannot be real
at sea, ti cannot conform itself
but rushes about
until it encounters witnesses.
The island’s tiers,
a fence post to rub against,
olive trees, billy goats,
and human habitants
break it. Now
it is always arriving.
Tired at times
it falls to a murmur,/
moving the dust from leaf to leaf,
then rises at night,/
afraid it cannot see itself
or anything else, afraid
the world has vanished forever.
There is a childish
feel to its always being there,
how it follows and whines,
how it interrupts
your private moments
taken on the beach at dusk.
You wish for a god
you could ask to appease it,
some rite,/
some ritual sacrifice
to quiet its roarings and lull
it to sleep,
but there is nothing
left you believe in_
only the wind
filling the domes of summit churches
and donkeys’ ears,
dying at last
in the maze of your lungs.

Frances Leviston, Public Dream, "Folegandros"




Μουσικές
...καμιά καλή ιδέα για μουσική επένδυση;
κάτι λιτό και δωρικό σαν τις πεζούλες των κυκλαδονησιών∙αλλά και πανηγυρικό και βίαιο, σαν τις πολεμικές σάλπιγγες που φυσάει ο άνεμος ηγούμενος του στόλου των κυμάτων όταν καταναυμαχεί φθονερά την υποτιθέμενη συντροφικότητα των ανθρώπινων όντων∙ και άγριο και σπαραχτικό σαν το ουρλιαχτό του όταν παλεύει με την αρχέγονη μοναξιά του∙ που να καταλαγιάζει τελικά σε παιδικό παράπονο λίγο πριν από τον ύπνο που, όπως όλα τα στοιχεία της φύσης, αντιμάχεται και λαχταράει (κάτι σαν τις
Εβρίδες του Μέντελσον, δηλαδή);
κάποιο μοναχικό τραγούδι με έναν αυλό του Πανός σαν του
Ζαμφίρ, ένα κλαρίνο σαν του Σαλέα, ένα σαξόφωνο σαν του Ίαν Γκαρμπάρεκ;
-ένα ιαματικό αν και άσχετο με το ποίημα"μελουδάκι", όπως το
Summer Wind με τη φωνή της Μαντλέν Πεϊρού, γιατί είναι καλοκαίρι και η ζωή πρέπει να είναι εύκολη και χαλαρή με κάθε κόστος;
-το επίσης άσχετο αλλά νοσταλγικό
Dust in the Wind των Κansas, καθόσον το ποίημα ψυχογραφεί μεν τον άνεμο, ωστόσο μας υπενθυμίζει, παρενθετικά, ότι είμαστε μόνο η σκόνη του Άνεμου-Χρόνου που μας μεταφέρει ήσυχα αλλά αναπόδραστα από φύλλο σε φύλλο _απο καλοκαίρι σε καλοκαίρι_ και ακριβώς αυτό το αναπόδραστο είναι ό,τι έχουμε και δεν έχουμε να πιστεύουμε ; -
ή σιωπή, εκκωφαντική σιωπή, σαν τη νηνεμία του λυκαυγούς ψηλά στο Κάστρο της Χώρας, στη Φολέγανδρο εκείνου του καλοκαιριού;
καλόδεχτη μια μουσική ιδέα, αντί σχολίου _και αντί καλοκαιρνού χαιρετισμού...................................................................


κάποια... κρυπτοεφηβική ψυχή άκουσε
έτσι έτσι την "τρυφερή και επιθετική" μουσική του ανέμου. :)