«…Το Σύμπαν είχε την αρχή του σε μια αδιανόητη Μεγάλη Έκρηξη, πριν από 12 περίπου δισεκατομμύρια χρόνια. [Τη στιγμή της γεννήσεως_ που είναι η αρχή του χρόνου και η αρχή του παντός_ όλη η ύλη και η ενέργειά του ήταν συγκεντρωμένες σε μια κοσμική σφαίρα με απειροελάχιστο μέγεθος, σε ένα αρχέγονο κοσμικό «αυγό»]. Από τότε το Σύμπαν άρχισε να διαστέλλεται και να ψύχεται. Ακόμη και σήμερα, οι γαλαξίες υπερνικούν την βαρυτική έλξη και απομακρύνονται με μεγάλη ταχύτητα.
(…) Οι βαρυτικές όμως δυνάμεις, που ενεργούν ανασταλτικά στη σημερινή διαστολή του, κάποια στιγμή θα υπερισχύσουν (…) η βαρύτητα επιβάλλει μια επιταχυνόμενη συστολή προς ολοένα και μικρότερες διαστάσεις και το Σύμπαν θα γίνεται διαρκώς θερμότερο και μικρότερο. Όταν θα έχει συσταλεί στο ένα εκατοστό του σημερινού του μεγέθους, η ακτινοβολία μικροκυμάτων θα κυριαρχήσει στον ουρανό, η θερμοκρασία της θα φθάνει τους εκατοντάδες βαθμούς και η νύχτα θα γίνει φλεγόμενη μέρα: μια πραγματική Δευτέρα Παρουσία. Με την παρέλευση μερικών εκατοντάδων χιλιάδων χρόνων ακόμη, η θερμοκρασία θα φτάσει γύρω στα δέκα εκατομμύρια βαθμούς. Τότε τα άστρα και οι πλανήτες , επιστρέφοντας ταπεινά στον αρχέγονο εαυτό τους, θα αποσυντεθούν σε ακτινοβολία, ηλεκτρόνια και πυρήνες.
Δέσμιο πάντοτε της βαρυτικής δομής, το Σύμπαν θα καταλήξει, σε αντιδιαστολή με την Μεγάλη Έκρηξη που το δημιούργησε, σε μια εξίσου απροσδιόριστη Μεγάλη Σύνθλιψη. Αν αυτή οδηγήσει σε μια καινούργια Μεγάλη Αρχή και σε ένα Σύμπαν που θα κάπως θυμίζει το δικό μας, είναι παρακινδυνευμένο να το προβλέψουμε.»
Αποσπάσματα από την «Αυτοβιογραφία του φωτός» του Γιώργου Γραμματικάκη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Το παραμύθι αυτό μας χωράει όλους, για τον απλούστατο λόγο ότι μόνο μέσα του υπάρχουμε. Ταιριάζει σε όσους δεν αγαπάνε τα παραμύθια, γιατί είναι απότοκο της επιστημονικής θεωρίας, των πειραμάτων και των επιτευγμάτων της τεχνολογίας, άρα
αληθινό. Ταιριάζει και σ’ αυτούς που τα αγαπάνε, γιατί είναι ασύλληπτο από την πεπερασμένη καθημερινή σκέψη μας, από τα σωματικά μας βιώματα, έχει Ερυθρούς Γίγαντες και Λευκούς Νάνους, Μαύρες Τρύπες, θαύματα και κοσμική μουσική και τη θεωρία της σχετικότητας που μπορεί να σε ταξιδέψει στον χρόνο.
Μπορείς να πεις ότι έχει καλό τέλος, αφού μένει, συγκρατημένα έστω, ανοιχτό σε μια Καινούργια Αρχή. Αλλά μπορείς να συμπορευτείς με την απαισιόδοξη προοπτική του, αφού για την Καινούργια Αρχή προϋποτίθεται οπωσδήποτε το Μεγάλο Τέλος.
Σε κάθε περίπτωση, μπορείς να το διαμορφώσεις όπως θες, αφού αφηγείται μια ιστορία το πραγματικό τέλος της οποίας δεν πρόκειται να το μάθει κανείς.
Όσο για μένα, είναι η απόλυτη παραμυθία μου. Όταν το σκέφτομαι, νιώθω ολόκληρη την ύπαρξή μου, μαζί με τους φόβους μου, τις λύπες μου, την υπαρξιακή μου αγωνία, να συρρικνώνεται σε μια μοναδική κουκκίδα του χωροχρόνου, το
τώρα. Αν αυτό το τώρα περιέχει έστω και απλή ευχαρίστηση, γίνεται πολύτιμο, αν περιέχει οδύνη και αγωνία απαλύνεται και γίνεται ανεκτό, γιατί, στο φως της αναπόδραστης συμπαντικής προοπτικής, μοιάζει ασήμαντο και φευγαλέο.
Αφιερωμένο…