György Ligeti, Poème Symphonique For 100 Metronomes
Αν ένα τέτοιο εγχείρημα μπορεί να θεωρηθεί "έργο τέχνης" (και ποιος Μετρονόμος θα το ορίσει αυτό;), τότε η ζωή μου αυτόν τον καιρό είναι ένα συμφωνικό ποίημα με τη συνοδεία δεκάδων μετρονόμων να κραδαίνουν τον εφιαλτικό τους κρότο μέσα μου και πάνω απ' το κεφάλι μου, όσο εγώ, ανίατα (και αμετανόητα;) παραβατική του χρόνου, καταφεύγω στην τρύπα του εσαεί Μαρτιάτικου Λαγού να πιω το τσάι μου με την Αλίκη και την Πόλυ (που μου έκανε μια ευφάνταστη "διακειμενική" ας το πούμε πάσα, στο πλαίσιο της όπως πάντα εμβριθούς και πολύ-σημης ανάρτησής της).
(Ζβουκ, έλα μαζί μας να παίξεις όσο είναι καιρός, γιατί αργότερα θα ντρέπεσαι που δε χόρτασες παιχνίδι στην ώρα του...)
Up-date
(Χωρίς την άδεια του φίλου Βαγγέλη Ιντζίδη, βέβαιη ωστόσο πως δε θα μου την αρνιόταν, μιας και θα ήταν τόσο άδικο ένα τέτοιο ταξίδι στον χρόνο και στη μνήμη να μείνει στις "πίσω μου σελίδες». Εξάλλου, στο πλαίσιο του παλιμπαιδισμού που διέπει αυτή μου την ανάρτηση, το είδα σαν μια λυτρωτική, εκδικητική εξόχως παραβατική κλοτσιά στους εφιαλτικούς μετροΝΟΜΟΥΣ_παπαγαλάκια του Χρόνου και σαν βγάλσιμο της γλώσσας στο Μεγάλο Αφεντικό τους. Στο πιο "παραμυθένιο/παραμυθητικό" του, σαν μαγικό καθρέφτη που μέσα του θα κοιταχτεί ο Χρόνος και θα γίνει από δυνάστης Μεγάλος Αδελφός ο αδελφούλης-σύντροφος-συνένοχος των πάλαι ποτέ παιχνιδιών μας _ή έστω «ο γιος μας ο μεγάλος κι ο μικρός», κατά Διονύσιον.)
Σκέφτηκα από τη μυρωδιά του τσαγιού την αίσθηση μιας ασθένειας στο σπίτι, χειμώνας, τους διπλανούς μας γείτονες της παιδικής μου ηλικίας που βουτούσαν στο τσάι κασέρι και τσουρέκι (αγαπημένοι συμπολίτες από την Πόλη πρόσφυγες και αυτοί), την εκνευριστική ευωδιά στους διαδρόμους με τα γραφεία των καθηγητών στο Παν/μιο του Λονδίνου, την ατέλειωτη μυρωδιά από τσάι στα νοτισμένα από βροχή-χώμα και ξύλο δάση της Μαλαισίας, στην Πόλη δίπλα από το χαμάμ τις μυρωδιές του μπαγκλαβά ανακατεμένο με τσάι και λεμόνι, στην απέναντι πολυκατοικία τους αφρικανούς φοιτητές που κάθε Κυριακή γέμιζαν τους ακάλυπτους και τους κοινόχρηστους με μυρωδιές από λιβάνι και τσάι στη Θεσσαλονίκη των φοιτητικών μου χρόνων
Σκέφτηκα - θέλω να πω μου ήρθαν όλα μαζί, όλες μαζί οι ηλικίες του τσαγιού και οι ηλικίες μου, η υπενθύμιση της απουσίας, του περάσματος από εδώ, της παρουσίας, της λύπης για κάτι που είναι μακριά, της χαράς για μια επιστροφή. Ναι δεν σκέφτηκα γιατί αν σκεφτόμουν όλα αυτά θα διάλεγαν τη χρονική σειρά τους, θα καταμετρούσαν ζώντες και νεκρούς, όπως τώρα που η καταγραφή αυτής της σύνθεσης από πρόσωπα, τοπία, χρονολογίες επιμερίζεται δια της γραφής αναγκασμένα από μοιρασιά με τους άλλους να διαλυθούν, να χωριστούν με κόμματα, να παραταχθούν. Κι όσο θέλεις να τα πεις ή και να γράψεις τόσο αυτά διασπώνται, επιμερίζονται, ταξινομούνται.
Σε αυτή την αίσθηση όμως δεν υπήρχε η σκέψη και δεν υπήρχε η διάταξη της γραφής. Η σιωπή τα είχε όλα μαζί και ανάκατα και ένα. Δίχως μετρονόμους που ο ένας κτύπος του σε οδηγούσε ακαριαία στην αναμονή να ακούσεις τον επόμενο.
Ναι σε αυτόν τον κόσμο της ενοποιητικής αίσθησης που στρίμωχνε στο στόμα τις λέξεις και που αν μπορούσε να αποτυπωθεί με γραπτό σύμβολο αντίστοιχο της ολότητάς της θα ήταν μάλλον μια τελεία (συμπυκνωμένα όλα μαζί και ωστόσο διαφοροποιημένα στην αίσθησή μου) και αν ήθελες να τα πεις θα ήταν ένας τραυλισμός στο τσ (συμπυκνωμένα όλα μαζί και ωστόσο διαφοροποιημένα στον παρατεταμένο αδιαφοροποίητο ήχο που στριμώχνονται τα σύμφωνα και τα φωνήεντα αντιστεκόμενα στη διακριτική τους λειτουργία από οικονομία της γλώσσας να τα κάνει τελικά λέξεις).
--Να απαγορευθεί η γραφή, ούρλιαζε η βασίλισσα κοιτάζοντας το καθρεπτάκι της.
--Να πάρετε το κεφάλι αυτής της αρυτίδωτης κορασίδας ούρλιαζε μπροστά στο απορημένο βλέμμα της Αλίκης.
--΄Η θα μιλάτε όλοι μαζί και θα γράφετε όλοι μαζί στο ίδιο χαρτί και την ίδια ώρα ή κανένας, είπε ο λαγός
-- Το μόνο που μας απομένει είναι να βάλουμε τους μετρονόμους να κτυπούν όλοι μαζί έτσι που χρόνος να περιμένει τον ίδιο του τον εαυτό και εμείς
ΝΑ ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΠΟΥ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΤΟΥ.
Το χρόνο που διασπάται σε χιλιάδες χρόνους που πολλαπλώς μετρημένοι στην αναμονή τους παύουν να είναι χρόνοι αφού αδυνατείς να ξεχωρίσεις ποιος μετρονόμος δίνει το εναρκτήριο και ποιος θα δώσει το τέλος
Και η Αλίκη γύρισε ανακουφισμένη και μου είπε:"Να μια καλή ιδέα. ΄Ετσι θα μείνεις εδώ κοντά μου με όλες τις ιδιότητές σου και με τις ιδιότητες όλων εκείνων που είδες και δεν είδες. Και βαγγέλης, και αφρικανός, και δάσος της Μαλαισίας και μυρωδιά τσαγιού και γάτος. "Κι απόμεινα δίχως γλώσσα μα με χιλιάδες λέξεις να συννεφιάζουν στο κεφάλι μου. ΄Εως ότου έβρεξε ένα παραμύθι. Κι ήταν νερό δίχως αρχή-μέση ή τέλος.
Λίγοι στίχοι την ημέρα
Το πέρασμα του χρόνου είναι κρότος
και τον ακούς τις νύχτες∙ η ντροπή
ένα κομμάτι φως που ΄χει κοπεί
απ' τον παράδεισο _ ένα κομμάτι
(πού χάθηκε ο φίλος μου ο Πιερότος;)
με ξένα λόγια, ξένη μουσική,
δεν τη μαθαίνεις εύκολα, ξεχνιέται.
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΚΑΨΑΛΗΣ, Ο κρότος του χρόνου